Εδώ στον Ασπρόπυργο, κύριε Πρωθυπουργέ, η ζωή είναι απλή.
Ήρθαμε το 90. Από την Τιφλίδα. Οι δυο γονείς μου, εγώ και ο αδελφός μου. Το 92, με τον πόλεμο εκεί, ήρθε και ο παππούς. Ύστερα, εδώ στην Ελλάδα, γεννήθηκε και ο μικρότερος. Αγοράσαμε ένα οικόπεδο. Είχαμε πουλήσει τα πάντα πίσω. Δεν υπήρχαν Έλληνες εδώ. Βρώμαγε ο αέρας απ' τα διυλιστήρια. Ήταν μόνο για Ρωσοπόντιους. Χτίσαμε το σπίτι. Μεγάλο. Ισόγειο, αλλά έχει και κολώνες για έναν όροφο ακόμη. Το χτίσαμε μόνοι μας. Ο πατέρας. Κάτι θείοι. Βοηθήσαμε κι εμείς.
Πήγαμε στο σχολείο. Αλλά δεν τα παίρναμε τα γράμματα. Είμαστε καλά παιδιά, αλλά δεν τα παίρναμε. Τα Ελληνικά δεν ήταν σαν τα Ρώσικα. Ήταν δύσκολα. Οι δασκάλες λέγανε πάντα πως είχαμε ‘πρόβλημα’ μα ο πατέρας δεν είχε λεφτά για φροντιστήρια.
Τελειώσαμε το Γυμνάσιο, μετά πιάσαμε δουλειά. Στην αρχή, βοηθοί. Μέχρι που να πάμε στρατό. Ο πατέρας δεν δούλευε πάντα. Άλλοτε ναι. Άλλοτε όχι. Στην Τιφλίδα ήταν ηλεκτρονικός. Εκεί είχε πάντα δουλειά. Ήμαστε νοικοκυραίοι. Στο σπίτι είχαμε και πιάνο !..
Η μάνα μας έχει πιο σταθερή δουλειά. Καθαρίστρια σε σπίτια. Μα ζούμε όλοι μαζί. Κάτι τα μεροκάματα του πατέρα. Κάτι οι αφεντικίνες της μάνας. Κάτι εμείς που μεγαλώσαμε, όλοι μαζί τα βγάζουμε πέρα.
Τώρα ο μικρός, τελειώνει κι αυτός το Γυμνάσιο. Ούτε κι εκείνος τα παίρνει τα γράμματα. Βιάζεται μετά το σχολείο να έρθει στη δουλειά. Εγώ και ο μεγαλύτερος, δουλεύουμε στο επιπλάδικο. Την μάθαμε την τέχνη σιγά-σιγά, γίναμε καλοί.
Πριν πέντε χρόνια ο μεγάλος παντρεύτηκε. Την κόρη του διπλανού Ρωσοπόντιου. Ήρθε και έμεινε κι εκείνη μαζί μας. Δεν δούλευε. Βοηθούσε τη μάνα στο σπίτι. Καμιά φορά πήγαινε και στις αφεντικίνες. Αλλά μετά δεν τα πήγαν καλά και χώρισαν. Ο πατέρας ντράπηκε. Η μάνα στεναχωρήθηκε. Τώρα ο μεγαλύτερος φοβάται να ξαναπαντρευτεί μου φαίνεται. Αγόρασε αμάξι.
Έχουμε δύο αμάξια. Δεύτερο χέρι, αλλά του πατέρα είναι μεγάλο, 1800 κυβικά. Ο λογιστής λέει πως θα μας πιάσει το τεκμήριο, αλλά ο πατέρας πήγε στην εφορία και τους εξήγησε πως πήραμε δάνειο απ’ την Τράπεζα και πως πουλήσαμε και το Λάντα το παλιό. Τώρα έχουμε δύο αμάξια. Του αδελφού μου είναι μικρό. Δεύτερο χέρι κι αυτό.
Στην Τιφλίδα δεν μπορούσαμε να αγοράσουμε αμάξι όποτε θέλαμε. Εδώ, πάς στο Σκιστό και βρίσκεις ό τι θέλεις. Κάνεις και παζάρια. Παίρνεις καλό αμάξι φτηνά. Στην Τιφλίδα δεν είχαμε και Κόκα Κόλα. Της μαμάς της αρέσει πολύ. Το πρώτο πράγμα που αγοράζει στον Βερόπουλο είναι η Κόκα Κόλα. Δεν πίνει τίποτε άλλο, ούτε βότκα, ούτε κρασί. Μόνο Κόλα.
Πρόπερσι, ο παππούς πέθανε. Στεναχωρήθηκα γιατί δεν πρόλαβε να με δει παντρεμένο. Παντρεύτηκα πέρυσι. Είναι όμορφη η γυναίκα μου. Ρωσοπόντια κι αυτή. Στο γάμο ήρθαν όλοι οι συγγενείς και οι φίλοι, κοντά 500 άτομα ! Στο τραπέζι μαγείρεψαν όλες οι γυναίκες και έφεραν φαγητά και γλυκά. Το μαγαζί μας νοίκιασε μόνο τα τραπέζια. Πληρώσαμε και για την ορχήστρα. Η γυναίκα μου, έμεινε κι αυτή μαζί μας. Τώρα είναι έγκυος. Ο παππούς δεν πρόλαβε να δει το δισέγγονο. Κρίμα.
Το αφεντικό μας, στο επιπλάδικο, μας έκανε πριν πέντε μήνες ‘εικονική απόλυση’. Πήραμε και επίδομα απ’ τον ΟΑΕΔ. Είπε πως δεν μπορεί άλλο να μας πληρώνει ένσημα στο ΙΚΑ και πως εάν θέλαμε σώνει και καλά, δεν μπορούσε να μας κρατήσει και τους δύο. Ακούω στα κανάλια για ‘ανταγωνιστικότητα’ και φαντάζομαι πως περί αυτού πρόκειται. Πως χωρίς να μας βάζει ένσημα, γίνεται πιο ανταγωνιστικός.
Τώρα δουλεύουμε χωρίς ΙΚΑ, αλλά τουλάχιστον παίρνουμε βδομαδιάτικο. Έτσι κι αλλιώς, σύνταξη δεν πρόκειται να πάρουμε ποτέ. Τι να την κάνουμε. Άμα γεράσουμε, θα ζήσουμε με τα παιδιά μας. Μέχρι κάποτε να πεθάνουμε, σαν τον παππού. Θα παίζουμε με τα εγγόνια μας, κι άμα μας έχει γερούς ο Θεός, μπορεί να δούμε και δισέγγονα.
Ακούμε κάθε μέρα στην τηλεόραση, κύριε Πρωθυπουργέ τις ειδήσεις. Ακούμε κάτι για την φοροδιαφυγή, για την πάταξη της παραοικονομίας, για τον εργασιακό μεσαίωνα. Ελπίζω να μην εννοούν όλα αυτά, εμάς εδώ στον Ασπρόπυργο. Γιατί, κύριε Πρωθυπουργέ μου, άντε τώρα η μάνα μου, να ζητήσει απ’ τις αφεντικίνες της να της κολλήσουν ένσημα. Κι άντε εμείς οι δύο να μείνουμε χωρίς δουλειά και να ψάχνουμε για θαύματα. Έρχεται το μωρό, και πρέπει να έχουμε να το μεγαλώσουμε. Να του πάρουμε γάλατα και πάνες. Και μετά ρούχα και τετράδια και να το πάμε στο σχολείο. Γιατί, ακόμη και να μην τα παίρνει τα γράμματα, μέχρι το Γυμνάσιο θα πρέπει να το στείλουμε..
Ανησυχώ, κύριε Πρωθυπουργέ μου, με όσα ακούω και για αυτό το μνημόνιό σας. Δεν ξέρω, αυτή η Τρόικα, εάν ξέρει τίποτε για εμάς, εδώ στον Ασπρόπυργο. Θα μου πείτε, η Τρόικα σιγά μην ξέρει καν πως υπάρχει Ασπρόπυργος. Γι αυτό ανησυχώ. Που δεν ξέρει. Τους είπατε άραγε εσείς για τον Ασπρόπυργο, όταν μιλούσατε;; Αν όχι εσείς, τουλάχιστον ο κύριος Παπακωνσταντίνου. Ή μήπως ούτε κι ο Παπακωνσταντίνου δεν ήξερε τον Ασπρόπυργο;; Σκέφτομαι, ακόμη κι έτσι, δεν μπορεί, κάποιος πιο κάτω, κάποιος Γενικός Γραμματέας, κάποιος σπουδαγμένος, με ντοκτορά, δεν μπορεί, κάποιος θα πέρασε κι απ’ τον Ασπρόπυργο.
Όχι;;
Ανησυχώ..
Για την ώρα, η ζωή εδώ είναι απλή και όμορφη. Τα σπίτια μας είναι φτωχά, μπορεί να ζούμε όλοι μαζί αλλά ζούμε με αγάπη. Κι άμα τελειώσουμε και τον επάνω όροφο, εγώ και ο αδελφός μου θα έχουμε δικό μας χώρο.
Οι γείτονες μας ξέρουν και τους ξέρουμε. Πάμε κάθε Κυριακή στην εκκλησία (είμαστε με το παλιό ημερολόγιο εμείς), οι γυναίκες κρατάν όλες τις νηστείες, μαζευόμαστε στους γάμους, στα βαφτίσια, γλεντάμε. Μπορεί να μην κάνουμε διακοπές, μπορεί να έχουμε αυτοκίνητα δεύτερο χέρι, αλλά δεν μας πειράζει.
Το μόνο που μας πειράζει είναι που δεν μας φαντάζεται κανείς. Που ο Ασπρόπυργος είναι κάτι σαν αόρατος. Ανύπαρκτος. Που δεν τον συμπεριλαμβάνει το αυτονόητό σας…
http://thanosx.blogspot.com/2010/09/blog-post.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου