Η ΕΛ.ΑΣ εκδικειται τον αγαπημενο Αμπντουλ των Εξαρχειων.Κατασχεσαν τα πραγματα κινδυνευει με απελαση
«Ασφαλής μόνο στα Εξάρχεια»
Γι' αρκετό κόσμο τα Εξάρχεια είναι το «άβατο», ως
πεδίο μάχης μεταξύ αναρχικών κι αστυνομίας. Για τον Αμπντούλ, μετανάστη,
που τα περπατά ώρες κάθε μέρα, είναι το μέρος που τον αγαπάνε. «Εδώ οι
άνθρωποι είναι καλοί και χαμογελαστοί», εξηγεί. Στην Ελλάδα βρίσκεται
2,5 χρόνια. Ήρθε από την Ινδία ελπίζοντας ότι κάποτε θα φτάσει στην
Ολλανδία για να κάνει ό,τι σπούδασε ή να βρει ένα μεροκάματο της
προκοπής. Μέχρι τότε τα βγάζει πέρα ως πλανόδιος μικροπωλητής.
Παρότι δεν
ζει πολύ καιρό στην Αθήνα, ο Αμπντούλ έχει καταλάβει τις διαφορές που τη
χωρίζουν μέσα σε απόσταση λίγων μέτρων. Τα Εξάρχεια είναι η γειτονιά
των νέων, που δεν σε κρίνουν για το χρώμα ή την καταγωγή σου. «Σ’ αυτούς
δίνω τα μαντήλια 3 ευρώ. Στο Κολωνάκι, εκεί είναι πλούσιοι, ζητάω κάτι
παραπάνω». Ξέρει και για τον Άγιο Παντελεήμονα και τους Χρυσαυγίτες που
παραμονεύουν. «Εκεί είναι δύσκολα. Γι’ αυτό και 'γω δεν βγαίνω πια απ’
τα Εξάρχεια. Όχι όσο παλιά».
Ο Αμπντούλ έχει σπουδάσει οικονομικά. Ξέρει όμως να
κάνει πολλές δουλειές, όπως μερεμέτια σε σπίτια. Έφυγε από την Ινδία
γιατί ήταν άνεργος και δεν το άντεχε. Χρειάστηκε 6 μήνες να φτάσει στην
Ελλάδα κι αρκετές μέρες έμεινε στο βουνό. «Περπατούσα με τα ίδια
παπούτσια. Είχαν τρυπήσει, αλλά δεν μπορούσα να κάνω κι αλλιώς. Χρωστάω
τη ζωή μου σ’ έναν άνθρωπο. Με κράτησε όταν εγώ δεν άντεχα».
Η μέρα του ξεκινά στις 5 το πρωί. «Τι να κάνω φίλε;
Χρειάζομαι λεφτά», απαντά στο απορημένο βλέμμα μου, μιας κι η ώρα ήταν 2
το ξημέρωμα, αλλά αυτός κρατούσε τις τρεις κρεμάστρες με τα φουλάρια,
τους σκούφους και τα βραχιόλια, έτοιμος να μπει στο επόμενο μαγαζί.
Παρότι για ώρες στο δρόμο, το μεροκάματο δύσκολα ξεπερνά το 20άρικο κι
αυτό χωρίζεται σε τρία μέρη. «Για μένα, τους γονείς μου στην Ινδία και
για την Ολλανδία».
Όσο περνά ο καιρός και τα περιστατικά σαν κι αυτό στο Φαρμακονήσι πολλαπλασιάζονται, η εικόνα της Ελλάδας ως ευρωπαϊκή
χώρα των ίσων ευκαιριών καταρρέει. Ο Αμπντούλ γνώριζε ότι η Ελλάδα
«είναι ένα μικρό κράτος, χωρίς δουλειές και με κακή αντιμετώπιση προς
τους μετανάστες». Και γι' αυτό δεν ήθελε να μείνει, αλλά να πάει στην
Ολλανδία.
Πριν από ένα χρόνο περίπου έπεσε θύμα φασιστικής
επίθεσης στο Φάληρο. «Ήμουν στη θάλασσα, όταν ξαφνικά 6 μηχανές με 12
άτομα ήρθαν δίπλα μου και με περικύκλωσαν. Μου έλεγαν ότι είμαι
Πακιστανός και γι’ αυτό θα τις έτρωγα. Μετά από λίγο άρχισαν να με
δέρνουν, έφαγα πολύ ξύλο. Με μαχαίρωσαν τρεις φορές. Μία στο λαιμό και
δύο στην πλάτη». Η αστυνομία δεν εμφανίστηκε ποτέ.
Ο Αμπντούλ δεν πάει πια στο Φάληρο. Δεν κάνει έτσι
κι αλλιώς συχνά βόλτες, γιατί δουλεύει. Πάνω – κάτω στους δρόμους των
Εξαρχείων ψάχνει για την επόμενη παρέα. Ψάχνει κυρίως κοπέλες, ενώ
κουβαλά μαζί του πάντα ένα καθρεφτάκι. Πριν προλάβουν να του αρνηθούν,
εκείνος έχει ήδη περάσει τον επόμενο κόμπο της κορδέλας στα μαλλιά της
πιθανής πελάτισσας. «Ο κόσμος εδώ στα Εξάρχεια μας αγαπά. Ξέρει ότι
είμαι φτωχός και γι' αυτό αγοράζει. Αυτό με κάνει πολύ χαρούμενο», λέει
χαμογελώντας. Δεν αισθάνεται
μειονεκτικά. «Με βοηθούν, δεν με λυπούνται. Αυτοί που με κάνουν να νιώθω
άσχημα είναι αυτοί που με διώχνουν χωρίς καν να με κοιτούν».
Την έλλειψη σεβασμού τη συναντά καθημερινά. Ακόμα κι όταν πρόκειται για θέμα υγείας. «Όταν
ήμουν στην Τουρκία, υπήρχαν μέρες που δεν είχα να φάω. Αυτό μου ‘κανε
ζημιά». Η αφαγία του άφησε κουσούρι στο στομάχι. «Πρέπει να τρώω αργά
για να μην πονάω», λέει. Τα νοσοκομεία που επισκέφθηκε δεν τον δέχτηκαν.
Του είπαν ότι δεν είχε αρκετά χαρτιά…
Παρότι
αντιμέτωπος με τις διακρίσεις και τον ρατσισμό, ο Αμπντούλ σου χαμογελά
όποτε του μιλάς. Σου δίνει την αίσθηση πως δεν έχει προβλήματα κι ότι
στην Ελλάδα βρήκε την Ιθάκη του. Η αλήθεια είναι όμως άλλη. Όταν μου
ζήτησε να μη δημοσιεύσω φωτογραφία του, από φόβο μήπως τον βρουν μπάτσοι
ή χρυσαυγίτες, ήταν η προσγείωση στην πραγματικότητα. Ο Αμπντούλ, ζει
2,5 χρόνια στο φόβο, χωρίς να μπορεί έστω να «ξεφύγει» κάνοντας μια
βόλτα στην παραλία, γιατί μπορεί να τον μαχαιρώσουν…
Κώστας Παπαντωνίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου