Έπεσαν οι τίτλοι τέλους για τον Νίκο Κοεμτζή της «παραγγελιάς»
Σήμερα λίγο μετά τις 14:00 βρέθηκε λιπόθυμος στο Μοναστηράκι όπου σύχναζε πουλώντας την αυτοβιογραφία του. Μεταφέρθηκε αμέσως στην Πολυκλινική Αθηνών όπου διαπιστώθηκε ο θάνατός του. Η αιτία του θανάτου του δεν έχει μέχρι στιγμής ανακοινωθεί.
Ο Νίκος Κοεμτζής ή Κουγιουμτζής γεννήθηκε στο Αιγίνιο το 1938. Κατά τη διάρκεια της ζωής του καταδικάστηκε τρεις φορές σε θάνατο και επτά σε ισόβια κάθειρξη. Το γεγονός το οποίο δημιούργησε σάλο στην κοινωνία της εποχής ήταν η «παραγγελιά» που τον οδήγησε στην δολοφονία τριών αστυνομικών-ασφαλιτών.
Ο Ν. Κοεμτζής το 1973 είχε μόλις βγει από την φυλακή που είχε μπει για κλοπή. Στις 24 Φεβρουαρίου βγήκε με την παρέα του στο νυχτερινό κέντρο "Νεράιδα" που τραγουδούσε ο Καρουσάκης, για να διασκεδάσουν. Ο αδελφός του, ο Δημοσθένης, έκανε παραγγελιά τις Βεργούλες του Μάρκου Βαμβακάρη και σηκώθηκε να χορέψει. Μαζί του σηκώθηκαν και άλλα άτομα. Ο τραγουδιστής (Αθανασιάδης) ανακοίνωσε από το μικρόφωνο πως είναι "παραγγελιά» που σύμφωνα με τον άγραφο νόμο της εποχής επέβαλλε να χορεύει μοναχά αυτός που ζήτησε την «παραγγελιά». Στο μαγαζί όμως βρίσκονταν τρεις ασφαλίτες που τον γνώριζαν εξαιτίας των συνεχών πάρε δώσε που είχε με τις αρχές οι οποίοι αποφάσισαν να παραβούν τον ιερό νόμο της εποχής και άρχισαν να χορεύουν γύρω από τον Δημοσθένη. Ο Νίκος Κοεμτζής υπερασπιζόμενος την «τιμή» του αδελφού του φώναξε «Παραγγελιά ρε» και μαχαίρωσε και τους τρεις ασφαλίτες οι οποίο έπεσαν νεκροί. Οχτώ ακόμη άτομα τραυματίστηκαν από το μακελειό της νύχτας αυτής.
Ο Κοεμτζής για την πράξη του αυτή καταδικάστηκε τρεις φορές σε θάνατο, ο αδελφός του σε τριετή φυλάκιση ενώ ο τρίτος της παρέας Θωμάς Κορομάνης αθωώθηκε. Ο ίδιος στη συνέχεια υποστήριξε ότι θόλωσε το μυαλό του γιατί νόμιζε ότι σκότωναν τον αδελφό του. Για τρία χρόνια ο ίδιος ζούσε με την απειλή της εκτέλεσής του. Να σημειωθεί ότι ο Τύπος της εποχής τον χαρακτήρισε "κτήνος" και συχνά αναφερόταν σε εγκληματίες ως "Κοεμτζήδες". Λόγω της εποχής, των οικογενειακών φρονημάτων του και του ποινικού του ιστορικού πέρασε πολύ άσχημα μέσα στη φυλακή.
Ο Κοεμτζής είναι και ο πρώτος που γλίτωσε τη ζωή του με την κατάργηση της θανατικής ποινής στην Ελλάδα, οπότε η ποινή του μετατράπηκε σε ισόβια. Στις 31 Μαρτίου 1996, μετά από 23 χρόνια στη φυλακή, το Δικαστικό Συμβούλιο της Πάτρας αποφυλάκισε τον μετανοημένο 58χρονο Νίκο Κοεμτζή υπό όρους. Από εκείνη την στιγμή ο Κομτζής ζούσε πουλώντας την αυτοβιογραφία του που συνέγραψε μέσα στη φυλακή (Νίκος Κοεμτζής – Το μακρύ ζεϊμπέκικο), υπογράφοντας αφιερώσεις στην πρώτη σελίδα, στο κέντρο της Αθήνας, αφού ο Δήμος Αθηναίων του παραχώρησε άδεια μικροπωλητού
Η ιστορία της παραγγελιάς ενέπνευσε τόσο μουσικούς όσο και σκηνοθέτες οι οποίοι αφιέρωσαν έργα τους αποτίοντας με αυτόν τον τρόπο φόρο τιμής στον Νίκο Κοεμτζή και στην πολύπαθη ζωή του στις φυλακές όσο και στην τρέλα του που ήταν το μοναδικό καταφύγιό του σε μια κοινωνία που υποκριτικά έκανε πως δεν καταλάβαινε.
Ο Διονύσης Σαββόπολος το 1979 στο δίσκο Ρεζέρβα συμπεριλαμβάνει το τραγούδι με τίτλο «Το μακρύ ζείμπέκικο για τον Νίκο» όπου διηγείται την μοναχική διαδρομή του κόντρα στους κάθε είδους δικαστές. «Στους λαβυρίνθους του εφιάλτη οδηγημένη, αιώνια, δίχως σωτηρία. Στην τακτική δουλεία του δικαστή, που δεν καταλαβαίνει Νίκο, ποτέ δεν θά 'ναι έτσιΝίκο, είν' η αρρώστια που μας σώζει. Καθώς σε φέρνει πιο μακριά κι απ' το κελί σου Νίκο, στον ουρανό της μουσικής σου» είναι οι τελευταίοι στίχοι του "μακρύ ζειμπέκικου".
Το 1980 ο Παύλος Τάσιος σκηνοθετεί την ταινία "Παραγγελιά" με πρωταγωνιστή τον ηθοποιό Αντώνη Αντωνίου που είναι βασισμένη στο επεισόδιο. Στην ταινία η Κατερίνα Γώγου (πρώην σύζυγός του) απαγγέλλει στίχους από τα ποιήματα της.
Ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του εξιστορεί τα παιδικά του χρόνια, την κακοποίηση που είδε ως παιδί να υφίσταται ο κομουνιστής πατέρας του και ο ανάπηρος βετεράνος παππούς του από τους ένστολους αστυνομικούς, αλλά και τον πόλεμο που του γινόταν γενικά από την Αστυνομία. Για την νύχτα εκείνη γράφει:«... στο μυαλό μου στριφογυρίζανε χίλιες σκέψεις. Έψαχνα να βρω μια λύση να διορθώσω το κακό που σκόρπισα... Υπέφερα τρομερά και προσπαθούσα απεγνωσμένα να ξεχωρίσω μια εικόνα από τη σφαγή, και δεν μπορούσα. Κι ούτε τώρα μπορώ, αν κι αγωνίζομαι ακόμα. ... Ως φαίνεται, την ώρα που σκορπούσα το θάνατο χωρίς να δουλεύει το μυαλό μου και κινιόμουν σαν ένα ρομπότ, με είχε κυριέψει ο δαίμονας ή το κτήνος που φωλιάζει μέσα μου...».
Στον επίλογό του περιγράφει τις νύχτες κόλασης μετά την μετατροπή της ποινής του σε ισόβια αλλά και την ακλόνητη πεποίθησή του για την ηθική και φυσική εξόντωση που προκαλεί το "σωφρονιστικό" σύστημα: «…Τον Μάρτιο του 1977 τρεις αρχιφύλακες μου ανάγγειλαν ότι είχα κατέβει από τον θάνατο, λεγοντάς μου: “Η πολιτεία έδειξε κατανόηση· τώρα εξαρτάται από σένα να γίνεις καλύτερος”. Τους απάντησα ότι χειρότερος μπορεί να γινόμουν, καλύτερος όχι. Πριν κατέβω στα ισόβια, το Υπουργείο Δικαιοσύνης επί κυβερνήσεως Καραμανλή διέταξε τη μεταγωγή μου από τις φυλακές Ηρακλείου Κρήτης στις πειθαρχικές φυλακές κολάσεως της Κέρκυρας. Έμεινα στην κόλαση από τις 21 Ιουλίου 1976 μέχρι το 1982.… Αποφυλακίστηκα στις 29 Μαρτίου 1996.»
ΑΛΛΑΞΕ ΤΟ "ΑΜΕΣΩΣ"...!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΔΥΟ ΩΡΕΣ ΗΤΑΝ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΕΣΜΕΝΟΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ!!!