Τι ακριβώς προκάλεσε τόσο πόνο στη γνωστή κυρία της καπιταλιστικής Λέσχης Μπίλντερμπεργκ Διαμαντοπούλου, ώστε να ξεσπάσει σε κλάματα;
Το ομολόγησε η ίδια στα ΝΕΑ (27.1.2011): «Είκοσι χρόνια στην πολιτική, δεν έχω βάλει τα κλάματα. Μου συνέβη στο θέμα της καθυστέρησης των βιβλίων, όταν αισθάνθηκα ότι δεν μπορούσα να κάνω απολύτως τίποτα. Αυτό το αδιέξοδο που δημιουργήθηκε και που επηρέασε τις οικογένειες [!], με έκανε να κλάψω. Για μένα αποτελεί μεγάλο στοίχημα να μην ξανασυμβεί».
Να, λοιπόν, που η ευαισθησία της δεν αφορά την συνέργειά της στην εγκληματική πολιτική που οδήγησε στην εξαθλίωση τις λαϊκές οικογένειες και που θα καταστρέψει, εκτός των άλλων, τα όποια υπολείμματα της δημόσιας και της δωρεάν Παιδείας.
Τα κλάματά της δεν αφορούν τα υποσιτιζόμενα παιδιά που λιποθυμούν στα σχολεία, τις στρατιές των ανέργων, τους άστεγους που πληθαίνουν στις πλατείες και στα παγκάκια, τους πεινασμένους που ψάχνουν για φαγητό στα σκουπίδια και στα συσσίτια, εκείνους που αυτοκτονούν και όλα τα φαινόμενα της εξαθλίωσης και της απόγνωσης που προκάλεσε η κυβερνητική πολιτική. Γι’ αυτά τα Εγκλήματα της Εξαθλίωσης και της Καταστροφής η υπουργός της Φωτοτυπίας δεν στενοχωρήθηκε τόσο, ώστε να δακρύσει. Αντιθέτως, υπερηφανεύεται συχνά για το εγκληματικό έργο της, ιδιαιτέρως για όσα έχει διαπράξει μέχρι τώρα και συνεχίζει να διαπράττει μετά χαράς και άνευ δακρύων στο χώρο της Παιδείας, επικαλούμενη μάλιστα την προ Συγκυβερνήσεως συναίνεση της υπόλοιπης Δεξιάς στο έργο της. Στο ζήτημα αυτό πρωτοπόρησε.
Ήρθε, λοιπόν, κι αυτή με τη μικρή συμβολή των δακρύων της να προστεθεί στη χορεία των πολιτικών της συνεργών στην Εξαθλίωση, οι οποίοι από την αρχή των εγκληματικών τους μέτρων σε βάρος των μισθωτών, των συνταξιούχων, της νεολαίας και των εν γένει φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων μάς φλόμωσαν με τους γλοιώδεις πόνους τους και την γελοία «αγανάκτησή» τους για όσα ήταν και είναι «αναγκασμένοι» να μας επιβάλουν για το καλό μας.
Ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ και πρώην πρωθυπουργός δεν κουράστηκε να «πονάει, να θλίβεται και να αγανακτεί» ως δηλωμένος «αντιεξουσιαστής», μαζί με τα υπόλοιπα ηγετικά μέλη της συγκυβερνητικής κουστωδίας (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑ.Ο.Σ). Κι στο πλάι τους (να μην τους ξεχνάμε!) έχουμε και τους βουλευτές τους να «αγανακτούν» και να «διαμαρτύρονται» (στα τηλεοπτικά παράθυρα), για να έλθουν στην συνέχεια στη Βουλή και να παίξουν το ρόλο του χειροκροτητή και του κλακαδόρου. Πολύς πόνος, λοιπόν, και βαθιά συμπάθεια για τα βάσανά μας από όλους αυτούς τους Δήμιους.
Οι περισσότεροι απ’ αυτούς θυμίζουν εκείνο τον Γάλλο πολιτικό τους πρόγονο, τον Αδόλφο Θιέρσο (Adolphe Thiers), εκτός από κάποιους που προτιμούν τον άλλο διάσημο Αδόλφο, αλλά περιμένουν την κατάλληλη στιγμή για να πραγματοποιήσουν τα ναζιστικά όνειρά τους, αφού τώρα περιορίζονται στις ναζιστικές τους ονειρώξεις.
Για τον Θιέρσο ο Μαρξ έγραψε κάποτε ότι «μιλούσε στη δημοκρατία όπως μίλησε ο δήμιος στον Ντον Κάρλος [έργο του Σίλερ]: “Θα σε δολοφονήσω, μα για το καλό σου”» (Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία, ΜΑΡΞ-ΕΝΓΚΕΛΣ, ΔΙΑΛΕΧΤΑ ΕΡΓΑ, 1ος τόμος, σελ.602). Δε νομίζω ότι απέχει καθόλου ο τρόπος που μιλούν προς το λαό οι παραπάνω πολιτικοί δήμιοι που μας συγκυβερνούν. Οι ίδιοι, όμως, συχνά διαμαρτύρονται, όταν κάποιος τους ασκεί κριτική με νύξεις πως τέτοιες εκδηλώσεις «πόνου, συμπόνιας και αγανάκτησης» είναι πρακτικές εξαπάτησης: «Μα, καλά, τι νομίζετε;», μας λένε. «Μας αρέσει εμάς να επιβάλουμε στο λαό τέτοια οδυνηρά μέτρα;». Ας αποδεχτούμε την «ειλικρίνειά» τους κι ας προσπαθήσουμε να δώσουμε μια απάντηση γι’ αυτό το φαινόμενο των πονεμένων δημίων που παρά τα δάκρυά τους συνεχίζουν να υποστηρίζουν και να επιβάλουν την πολιτική της Εξαθλίωσης.
Η Εξουσία, σε όλες τις εποχές, προσπαθούσε και προσπαθεί με κάθε τρόπο (καθαρή βία, αυθαιρεσία, χειραγώγηση, εξαπάτηση…) να επιβάλει πάνω στους ανθρώπους την κυριαρχία της, ώστε να εξασφαλίζει την αναπαραγωγή και την διαιώνιση της. Στα πλαίσια αυτά εμφανίστηκαν στην Ιστορία πολλοί Δήμιοι που «πονούσαν» για όσα εγκλήματα και καταστροφές διέπρατταν, αλλά πάντοτε συνέχιζαν επικαλούμενοι μια ανώτερη Ιδέα (το «Θεό», την «Πατρίδα», την «Δημοκρατία», την «Ελευθερία», τον «Εκπολιτισμό» άλλων λαών και μια σειρά άλλων υψηλών ιδανικών). Εκείνοι, μάλιστα, που επικαλούνταν ότι έπρατταν όσα έπρατταν «παρά τη θέλησή τους» και «γνωρίζοντας ότι καταστρέφουν την πολιτική καριέρα» τους (έτσι είπε κι ο Γιωργάκης) ήταν πάντοτε οι χειρότεροι, γιατί ήθελαν επιπλέον να τους αναγνωρίσουν τα θύματά τους ως Ήρωες.
Πρόκειται για ένα συνηθισμένο φαινόμενο διαστροφής των εξουσιαστικών υποκειμένων που, αντί να αναλάβουν την ευθύνη των πράξεών τους, την μεταθέτουν σε κάποια ανώτερη Ιδέα, εμφανιζόμενοι οι ίδιοι ως υπηρέτες της. Έτσι, τα πραγματικά υποκείμενα των Εγκλημάτων «αθωώνουν» τον εαυτό τους για όσα διαπράττουν, μεταθέτοντας την ευθύνη στην Ιδέα που υπηρετούν, την οποία και αναγορεύουν σε «πραγματικό» Υποκείμενο των εγκλημάτων.
Αυτό συμβαίνει με τους μπάτσους, που σπάνε κεφάλια με ήσυχη τη συνείδησή τους, γιατί εκτελούν διαταγές του «Κράτους Δικαίου», όπως συνέβαινε και συμβαίνει ακόμα σε πολλές «Δημοκρατίες» με τους δήμιους που έκοβαν και κόβουν κεφάλια, εκτελώντας τις αποφάσεις της «Δικαιοσύνης». Ας αναφέρουμε και μερικά άλλα παραδείγματα από την Ιστορία:
Θυμηθείτε τα εγκλήματα της Ιεράς Εξέτασης που τα διέπραξαν οι ιεροεξεταστές και οι μηχανισμοί τους, φυλακίζοντας, βασανίζοντας και καίγοντας στην πυρά τα θύματά τους (με την αρωγή πάντα της κρατικής εξουσίας), ενώ οι ίδιοι παρέμεναν νηφάλιοι και μακάριοι για το έργο τους, επειδή ήταν πεπεισμένοι ότι εκτελούσαν τις «εντολές του Θεού» κι ότι εξόντωναν τους «ανθρώπους του Διαβόλου».
Και για να έρθουμε πιο κοντά στην εποχή μας και στην πολιτική εξουσία, θυμηθείτε τον Πρόεδρο των Η.Π.Α Γουίλιαμ ΜακΚίνλεϋ, που διακήρυξε το 1898 ότι «τον πρόσταξε ο Θεός» ―με τον οποίο είχε μιλήσει τα μεσάνυχτα, καθώς περπατούσε στους διαδρόμους του Λευκού Οίκου— «να καταλάβει τις Φιλιππίνες με σκοπό να εκπολιτίσει και εκχριστιανίσει τους κατοίκους» (βλ. Eduardo Galeano, «La Guerra»). Μήπως ο «Θεός» δεν διέταξε και τον πρώην Πρόεδρο των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους υιό, να επιτεθεί στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν; «Εκτελώ θεϊκή αποστολή», γνωστοποίησε στους συνομιλητές του. «Ο Θεός μου είπε: Τζορτζ, πήγαινε να πολεμήσεις αυτούς τους τρομοκράτες στο Αφγανιστάν. Και το έκανα. Και μετά μου είπε: Tζορτζ πήγαινε να τερματίσεις την τυραννία στο Ιράκ. Και το έκανα.» (βλ. www.bbc.co.uk, 6.10.2005, και The Guardian, 7.10.2005)
Από την προηγούμενη δήλωση, βλέπει κανείς ότι ο εκσυγχρονισμένος «Θεός» έχει αστικοποιηθεί και ενδιαφέρεται για την εξάλειψη της «τρομοκρατίας» και της «τυραννίας», ώστε να εγκαθιδρυθεί σε όλο τον κόσμο η «Δημοκρατία». Κι αν θεωρήσει κανείς τον Μπους παλαβό ή απατεώνα, ας θυμηθεί πόσοι και πόσοι Εξουσιαστές πριν απ’ αυτόν και σαν κι αυτόν επικαλέστηκαν ότι ξεκινούσαν τους πολέμους τους για το «καλό» των λαών, για τη «Δικαιοσύνη» και για την «Ελευθερία», ασχέτως του αν τελικά τους έπνιγαν στο αίμα. Μήπως «για να σωθεί η Πατρίδα» από τους κομμουνιστές δεν έγινε και η εφτάχρονη Δικτατορία στην Ελλάδα; Και τώρα, «για να σώσουν την Ελλάδα» δεν καταστρέφουν τον ελληνικό λαό;
Φυσικά, η αλήθεια βρίσκεται πάντοτε σ’ αυτό που διαπράττουν κι όχι στα λόγια ή στις όποιες αυταπάτες τους.
Όσο για την κυρία της Μπίλντερμπεργκ που έβαλε τα κλάματα, αυτό συνέβη γιατί απέτυχε να εκτελέσει σωστά ένα «δευτερεύον» καθήκον της, αυτό που απαιτεί «να έχουν τα παιδιά βιβλία». Γιατί για το άλλο το Καθήκον της, «να σώσει την Πατρίδα» μαζί με τους άλλους Δήμιους και Παπαδήμ(ι)ους, έχει ήσυχη τη συνείδησή της και το ευχαριστιέται, ασχέτως του αν καταστραφεί ο λαός. Άλλωστε η «Πατρίδα» (της Άρχουσας Τάξης) την αμείβει καλά και την τιμά για το έργο της.
Αλήθεια, αν δείτε κάποιον δήμιο να κλαίει, αυτό συμβαίνει επειδή αποδείχτηκε ανίκανος να κόψει καλά το κεφάλι και μπορεί να χάσει το προσοδοφόρο και αρεστό στην Εξουσία επάγγελμά του. Κατά τα άλλα είναι ευτυχής, επειδή, θερίζοντας κεφάλια, υπηρετεί τη «Δικαιοσύνη» της.
Ο Άπατρις της Πάτρας
Το ομολόγησε η ίδια στα ΝΕΑ (27.1.2011): «Είκοσι χρόνια στην πολιτική, δεν έχω βάλει τα κλάματα. Μου συνέβη στο θέμα της καθυστέρησης των βιβλίων, όταν αισθάνθηκα ότι δεν μπορούσα να κάνω απολύτως τίποτα. Αυτό το αδιέξοδο που δημιουργήθηκε και που επηρέασε τις οικογένειες [!], με έκανε να κλάψω. Για μένα αποτελεί μεγάλο στοίχημα να μην ξανασυμβεί».
Να, λοιπόν, που η ευαισθησία της δεν αφορά την συνέργειά της στην εγκληματική πολιτική που οδήγησε στην εξαθλίωση τις λαϊκές οικογένειες και που θα καταστρέψει, εκτός των άλλων, τα όποια υπολείμματα της δημόσιας και της δωρεάν Παιδείας.
Τα κλάματά της δεν αφορούν τα υποσιτιζόμενα παιδιά που λιποθυμούν στα σχολεία, τις στρατιές των ανέργων, τους άστεγους που πληθαίνουν στις πλατείες και στα παγκάκια, τους πεινασμένους που ψάχνουν για φαγητό στα σκουπίδια και στα συσσίτια, εκείνους που αυτοκτονούν και όλα τα φαινόμενα της εξαθλίωσης και της απόγνωσης που προκάλεσε η κυβερνητική πολιτική. Γι’ αυτά τα Εγκλήματα της Εξαθλίωσης και της Καταστροφής η υπουργός της Φωτοτυπίας δεν στενοχωρήθηκε τόσο, ώστε να δακρύσει. Αντιθέτως, υπερηφανεύεται συχνά για το εγκληματικό έργο της, ιδιαιτέρως για όσα έχει διαπράξει μέχρι τώρα και συνεχίζει να διαπράττει μετά χαράς και άνευ δακρύων στο χώρο της Παιδείας, επικαλούμενη μάλιστα την προ Συγκυβερνήσεως συναίνεση της υπόλοιπης Δεξιάς στο έργο της. Στο ζήτημα αυτό πρωτοπόρησε.
Ήρθε, λοιπόν, κι αυτή με τη μικρή συμβολή των δακρύων της να προστεθεί στη χορεία των πολιτικών της συνεργών στην Εξαθλίωση, οι οποίοι από την αρχή των εγκληματικών τους μέτρων σε βάρος των μισθωτών, των συνταξιούχων, της νεολαίας και των εν γένει φτωχότερων λαϊκών στρωμάτων μάς φλόμωσαν με τους γλοιώδεις πόνους τους και την γελοία «αγανάκτησή» τους για όσα ήταν και είναι «αναγκασμένοι» να μας επιβάλουν για το καλό μας.
Ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ και πρώην πρωθυπουργός δεν κουράστηκε να «πονάει, να θλίβεται και να αγανακτεί» ως δηλωμένος «αντιεξουσιαστής», μαζί με τα υπόλοιπα ηγετικά μέλη της συγκυβερνητικής κουστωδίας (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΛΑ.Ο.Σ). Κι στο πλάι τους (να μην τους ξεχνάμε!) έχουμε και τους βουλευτές τους να «αγανακτούν» και να «διαμαρτύρονται» (στα τηλεοπτικά παράθυρα), για να έλθουν στην συνέχεια στη Βουλή και να παίξουν το ρόλο του χειροκροτητή και του κλακαδόρου. Πολύς πόνος, λοιπόν, και βαθιά συμπάθεια για τα βάσανά μας από όλους αυτούς τους Δήμιους.
Οι περισσότεροι απ’ αυτούς θυμίζουν εκείνο τον Γάλλο πολιτικό τους πρόγονο, τον Αδόλφο Θιέρσο (Adolphe Thiers), εκτός από κάποιους που προτιμούν τον άλλο διάσημο Αδόλφο, αλλά περιμένουν την κατάλληλη στιγμή για να πραγματοποιήσουν τα ναζιστικά όνειρά τους, αφού τώρα περιορίζονται στις ναζιστικές τους ονειρώξεις.
Για τον Θιέρσο ο Μαρξ έγραψε κάποτε ότι «μιλούσε στη δημοκρατία όπως μίλησε ο δήμιος στον Ντον Κάρλος [έργο του Σίλερ]: “Θα σε δολοφονήσω, μα για το καλό σου”» (Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία, ΜΑΡΞ-ΕΝΓΚΕΛΣ, ΔΙΑΛΕΧΤΑ ΕΡΓΑ, 1ος τόμος, σελ.602). Δε νομίζω ότι απέχει καθόλου ο τρόπος που μιλούν προς το λαό οι παραπάνω πολιτικοί δήμιοι που μας συγκυβερνούν. Οι ίδιοι, όμως, συχνά διαμαρτύρονται, όταν κάποιος τους ασκεί κριτική με νύξεις πως τέτοιες εκδηλώσεις «πόνου, συμπόνιας και αγανάκτησης» είναι πρακτικές εξαπάτησης: «Μα, καλά, τι νομίζετε;», μας λένε. «Μας αρέσει εμάς να επιβάλουμε στο λαό τέτοια οδυνηρά μέτρα;». Ας αποδεχτούμε την «ειλικρίνειά» τους κι ας προσπαθήσουμε να δώσουμε μια απάντηση γι’ αυτό το φαινόμενο των πονεμένων δημίων που παρά τα δάκρυά τους συνεχίζουν να υποστηρίζουν και να επιβάλουν την πολιτική της Εξαθλίωσης.
Η Εξουσία, σε όλες τις εποχές, προσπαθούσε και προσπαθεί με κάθε τρόπο (καθαρή βία, αυθαιρεσία, χειραγώγηση, εξαπάτηση…) να επιβάλει πάνω στους ανθρώπους την κυριαρχία της, ώστε να εξασφαλίζει την αναπαραγωγή και την διαιώνιση της. Στα πλαίσια αυτά εμφανίστηκαν στην Ιστορία πολλοί Δήμιοι που «πονούσαν» για όσα εγκλήματα και καταστροφές διέπρατταν, αλλά πάντοτε συνέχιζαν επικαλούμενοι μια ανώτερη Ιδέα (το «Θεό», την «Πατρίδα», την «Δημοκρατία», την «Ελευθερία», τον «Εκπολιτισμό» άλλων λαών και μια σειρά άλλων υψηλών ιδανικών). Εκείνοι, μάλιστα, που επικαλούνταν ότι έπρατταν όσα έπρατταν «παρά τη θέλησή τους» και «γνωρίζοντας ότι καταστρέφουν την πολιτική καριέρα» τους (έτσι είπε κι ο Γιωργάκης) ήταν πάντοτε οι χειρότεροι, γιατί ήθελαν επιπλέον να τους αναγνωρίσουν τα θύματά τους ως Ήρωες.
Πρόκειται για ένα συνηθισμένο φαινόμενο διαστροφής των εξουσιαστικών υποκειμένων που, αντί να αναλάβουν την ευθύνη των πράξεών τους, την μεταθέτουν σε κάποια ανώτερη Ιδέα, εμφανιζόμενοι οι ίδιοι ως υπηρέτες της. Έτσι, τα πραγματικά υποκείμενα των Εγκλημάτων «αθωώνουν» τον εαυτό τους για όσα διαπράττουν, μεταθέτοντας την ευθύνη στην Ιδέα που υπηρετούν, την οποία και αναγορεύουν σε «πραγματικό» Υποκείμενο των εγκλημάτων.
Αυτό συμβαίνει με τους μπάτσους, που σπάνε κεφάλια με ήσυχη τη συνείδησή τους, γιατί εκτελούν διαταγές του «Κράτους Δικαίου», όπως συνέβαινε και συμβαίνει ακόμα σε πολλές «Δημοκρατίες» με τους δήμιους που έκοβαν και κόβουν κεφάλια, εκτελώντας τις αποφάσεις της «Δικαιοσύνης». Ας αναφέρουμε και μερικά άλλα παραδείγματα από την Ιστορία:
Θυμηθείτε τα εγκλήματα της Ιεράς Εξέτασης που τα διέπραξαν οι ιεροεξεταστές και οι μηχανισμοί τους, φυλακίζοντας, βασανίζοντας και καίγοντας στην πυρά τα θύματά τους (με την αρωγή πάντα της κρατικής εξουσίας), ενώ οι ίδιοι παρέμεναν νηφάλιοι και μακάριοι για το έργο τους, επειδή ήταν πεπεισμένοι ότι εκτελούσαν τις «εντολές του Θεού» κι ότι εξόντωναν τους «ανθρώπους του Διαβόλου».
Και για να έρθουμε πιο κοντά στην εποχή μας και στην πολιτική εξουσία, θυμηθείτε τον Πρόεδρο των Η.Π.Α Γουίλιαμ ΜακΚίνλεϋ, που διακήρυξε το 1898 ότι «τον πρόσταξε ο Θεός» ―με τον οποίο είχε μιλήσει τα μεσάνυχτα, καθώς περπατούσε στους διαδρόμους του Λευκού Οίκου— «να καταλάβει τις Φιλιππίνες με σκοπό να εκπολιτίσει και εκχριστιανίσει τους κατοίκους» (βλ. Eduardo Galeano, «La Guerra»). Μήπως ο «Θεός» δεν διέταξε και τον πρώην Πρόεδρο των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους υιό, να επιτεθεί στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν; «Εκτελώ θεϊκή αποστολή», γνωστοποίησε στους συνομιλητές του. «Ο Θεός μου είπε: Τζορτζ, πήγαινε να πολεμήσεις αυτούς τους τρομοκράτες στο Αφγανιστάν. Και το έκανα. Και μετά μου είπε: Tζορτζ πήγαινε να τερματίσεις την τυραννία στο Ιράκ. Και το έκανα.» (βλ. www.bbc.co.uk, 6.10.2005, και The Guardian, 7.10.2005)
Από την προηγούμενη δήλωση, βλέπει κανείς ότι ο εκσυγχρονισμένος «Θεός» έχει αστικοποιηθεί και ενδιαφέρεται για την εξάλειψη της «τρομοκρατίας» και της «τυραννίας», ώστε να εγκαθιδρυθεί σε όλο τον κόσμο η «Δημοκρατία». Κι αν θεωρήσει κανείς τον Μπους παλαβό ή απατεώνα, ας θυμηθεί πόσοι και πόσοι Εξουσιαστές πριν απ’ αυτόν και σαν κι αυτόν επικαλέστηκαν ότι ξεκινούσαν τους πολέμους τους για το «καλό» των λαών, για τη «Δικαιοσύνη» και για την «Ελευθερία», ασχέτως του αν τελικά τους έπνιγαν στο αίμα. Μήπως «για να σωθεί η Πατρίδα» από τους κομμουνιστές δεν έγινε και η εφτάχρονη Δικτατορία στην Ελλάδα; Και τώρα, «για να σώσουν την Ελλάδα» δεν καταστρέφουν τον ελληνικό λαό;
Φυσικά, η αλήθεια βρίσκεται πάντοτε σ’ αυτό που διαπράττουν κι όχι στα λόγια ή στις όποιες αυταπάτες τους.
Όσο για την κυρία της Μπίλντερμπεργκ που έβαλε τα κλάματα, αυτό συνέβη γιατί απέτυχε να εκτελέσει σωστά ένα «δευτερεύον» καθήκον της, αυτό που απαιτεί «να έχουν τα παιδιά βιβλία». Γιατί για το άλλο το Καθήκον της, «να σώσει την Πατρίδα» μαζί με τους άλλους Δήμιους και Παπαδήμ(ι)ους, έχει ήσυχη τη συνείδησή της και το ευχαριστιέται, ασχέτως του αν καταστραφεί ο λαός. Άλλωστε η «Πατρίδα» (της Άρχουσας Τάξης) την αμείβει καλά και την τιμά για το έργο της.
Αλήθεια, αν δείτε κάποιον δήμιο να κλαίει, αυτό συμβαίνει επειδή αποδείχτηκε ανίκανος να κόψει καλά το κεφάλι και μπορεί να χάσει το προσοδοφόρο και αρεστό στην Εξουσία επάγγελμά του. Κατά τα άλλα είναι ευτυχής, επειδή, θερίζοντας κεφάλια, υπηρετεί τη «Δικαιοσύνη» της.
Ο Άπατρις της Πάτρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου